PHANTASMA-GO-RIA. DONOPOULOS INTERNATIONAL FINE ARTS GALLERY. THESSALONIKI
Η Αλεξάνδρα Μαράτη παρουσιάζει τη νέα
της εκθεσιακή ενότητα PHANTASMA-GO-RIA στη γκαλερί
σύγχρονης τέχνης Donopoulos International Fine Arts στη
Θεσσαλονίκη.
Έργα ζωγραφικά, φτιαγμένα με
ακρυλικά χρώματα και σπρέι και μια επιδαπέδια/εναέρια εγκατάσταση από
κατοπτρικές πλάκες μαγνητικού υλικού που προσαρμόζεται in situ. Οι ιστορίες που
αφηγείται με τα παραπάνω μέσα, αφορούν έναν αντιφατικό κόσμο πραγματικού και
φαντασιακού, που βρίσκεται σε σύγκρουση στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις με όλες
τους τις παθογένειες αλλά και τις ανοικτές δυνατότητες τους .
Η ιστορικός τέχνης Θούλη Μισιρλόγλου
γράφει "Στα έργα της Αλεξάνδρας
Μαράτη είναι καλύτερα να αφεθούμε στην ατμόσφαιρα και στη προσπάθεια όχι τόσο
να τα αποκωδικοποιήσουμε, όσο να διατυπώσουμε περισσότερα ερωτηματικά απ’ όσα
ενδεχομένως επιτρέπει οποιαδήποτε προσπάθεια ερμηνείας.
Πρόκειται για ένα είδος φουτουριστικής
εμπόλεμης ζώνης; Αν συμφωνήσει κανείς σ’ αυτή την ψυχολογική περισσότερο, και
όχι αναλυτική, υπόθεση, ήδη φτάνει σε μια ερμηνεία η οποία βασίζεται στην
εικόνα, στην εικονογραφία και τη συνολική διαχείριση των μέσων της ζωγραφικής.
Αν μιλήσει κανείς περισσότερο σε σχέση με τη συνθετική δομή, λαμβάνοντας
βεβαίως ξανά υπόψη τις καθαρά ζωγραφικές ποιότητες των έργων, μπορεί να μιλούσε
ταυτόχρονα για ένα είδος τεκτονικών (ζωγραφικών) πλακών. Συναιρώντας κατά
κάποιο τρόπο τα δύο, τα έργα λειτουργούν ως ταξίδι σ’ έναν απροσδιόριστο
χωροχρόνο, άρα στο φαντασιακό και εν ολίγοις στη σχεδόν μυστικιστική
ανθρωπογεωγραφία.
Το δυστοπικό σύμπαν της, τεχνικώς άρτιο και μελετημένο, γίνεται οθόνη
προβολής: σκηνικών επεισοδίων, οραμάτων, μυθιστορίας, φόβων και του εξορκισμού
τους. Για ένα σενάριο που γράφει η ίδια και περιμένει τους νέους πρωταγωνιστές
του. Εμάς.”
Και αναλύει ο ιστορικός τέχνης
Hartwig Knack από τη Βιέννη: Τα ζωγραφικά έργα και οι
εγκαταστάσεις της Αλεξάνδρας Μαράτη αφηγούνται με συμβολικό τρόπο την ανθρώπινη
ύπαρξη με όλες της τις αντιφάσεις, τις θετικές της ουτοπίες, τα παράδοξα, τις
χαοτικές δομές της και ψυχικές της καταδύσεις. Η καλλιτέχνις ερευνά ζητήματα
της ύπαρξης σχετικά με το πραγματικό και το φαντασιακό, την εξουσία και την αντιεξουσία,
την εκμετάλλευση και τις προεκτάσεις της, την απομόνωση και την ανωνυμία που
βιώνουν οι άνθρωποι στον μολώχ των μεγαλουπόλεων.
Ρομπότ, συχνά ακαθόριστης μορφής
οχήματα και ιπτάμενα αντικείμενα εποικούν δυσδιάκριτους αρχιτεκτονικούς χώρους,
οι οποίοι αφήνουν την αίσθηση μιας κρυσταλλικής διαφάνειας ή άλλοτε μιας βαριάς
τούβλινης ή μεταλλικής κατασκευής. Μέσα από τις κατασκευές αυτές οι χώροι
επεκτείνονται και ταυτόχρονα τείνουν να εξαϋλωθούν. Το παρόν και ένας άγνωστος
επικείμενος χρόνος εμφανίζονται αυτοστιγμεί, εμπλέκονται μεταξύ τους για να
αποχωριστούν άμεσα και πάλι.
Η εφαρμογή του πινέλου, του σπρέι
χρώματος και των στένσιλ που φτιάχτηκαν από την ίδια την καλλιτέχνη δημιουργούν
συχνά εντελώς διάφανες ακουαρελίστικες και άλλοτε πυκνές αδιαπέραστες
χρωματικές επιφάνειες.
Η καλλιτέχνις δεν προτείνει κλασικές
λύσεις προοπτικής για τη προσέγγιση του χώρου. Ο παρατηρητής σχεδόν καλείται με
έναν επαναλαμβανόμενο, οπτικά διαδραστικά τρόπο, να επαναπροσδιορίσει το στίγμα
των έργων.
Συμπλέγματα σε σχήμα matrix που παραπέμπουν σε ευσταθή ή
ετοιμόρροπα πολυώροφα κτίρια αντικρίζουν πορτοκαλί, μπλε ή αχνοπράσινα
φωτισμένα ενεργειακά πεδία. Η συχνά
ομιχλώδης και ανέλπιδη ατμόσφαιρα των έργων δεν αποτελεί μόνο φαντασιακή
ουτοπική ματιά στο μέλλον αλλά και καθρέφτη της εποχής μας.
Κάθε λεπτομέρεια στα έργα
εμφανίζεται ενεργειακά φορτισμένη. Ανάλογα με την οπτική γωνία αλλάζει η μορφή
και το περιεχόμενο δομής και αντικειμένου. Συγκεκριμένα αρχιτεκτονικά σχήματα
εναλλάσσονται σε οργανικούς χώρους, σε σπίτια με φοινικιές και καταπράσινους
κήπους. Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο, η φωσφορίζουσα ομίχλη γεννά φαντάσματα και
φως ενώ ταυτόχρονα εκπέμπει ανυπολόγιστη ενεργειακή ακτινοβολία.
Στην εποχή της παγκόσμιας
μετανάστευσης, το επιδαπέδιο έργο με τον τίτλο “Bridges”
αποτελεί μαζί με τα ζωγραφικά έργα μια αυτόνομη εγκατάσταση στο χώρο,
πιο επίκαιρη από ποτέ. Μια νοητή γέφυρα ανάμεσα σε ανατολή και δύση ως θετικό
στοιχείο ελπίδας και εμπιστοσύνης στο μέλλον. Τα φωτεινά σχέδια και οι φωσφορίζουσες
αποχρώσεις των έργων – ροζ, πορτοκαλί, μπλε, βιολετί, κίτρινο και πράσινο –
αντικατοπτρίζονται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη τροχιά.
Η ροή της ενέργειας από κάτω προς τα
πάνω και αντίρροπα, διαχέει “αισθητικά” μηνύματα
ελπίδας.
… ένας βαθύτατα ρομαντικός στοχασμός: το καθρέφτισμα του Οικουμενικού στο
Γήινο ή αλλιώς ένας δημιουργικός και γόνιμος διάλογος, η αντανάκλαση πάνω στην
ανθρώπινη ύπαρξη.
TEXT VON HARTWIG KNACK
Dimensionen, Perspektiven, Zuversicht
Aspekte der Utopie in der Kunst Alexandra Maratis
Alexandra Maratis Gemälde und installative Arbeiten
sind narrative Sinnbilder des menschlichen Daseins mit all seinen
Widersprüchen, positiven Utopien, Paradoxien, chaotischen Strukturen und
Abgründen. Die Künstlerin thematisiert vieles, bis hin zu existenziellen Fragen
nach Realität und Fiktion, Macht und Ohnmacht, Ausbeutung und Imperialismus,
Krieg und Zerstörung, Verlust, Einsamkeit, Gastfreundschaft und Ausgrenzung, Vereinzelung
und Anonymität des Menschen im Moloch der Großstädte.
Das Visionäre wie auch Wirkliche spielen ihren Arbeiten
gleichermaßen nicht zu unterschätzende Rollen. Die Künstlerin zeigt uns meist
urbane Szenerien, von denen wir nicht wissen, ob sie einladenden oder
abweisenden Charakters sind, ob sie weit in der Zukunft liegen oder ob wir
selbst Teil des Dargestellten sind. Roboter, nicht immer klar definierbare
Fahrzeuge und Flugobjekte bevölkern unübersichtliche Architekturen, die in
ihrem transparent-kristallinen, massiv-backsteinähnlichen oder metallischen
Charakter wuchern und sich gleichzeitig aufzulösen scheinen. Die Gegenwart wie
auch eine indifferente bevorstehende Zeit manifestieren sich in einem
Augenblick, verschmelzen miteinander, um sich postwendend wieder voneinander zu
separieren.
Die Künstlerin vermeidet es ihren Konstruktionen ein
unmissverständliches Oben und Unten zu verleihen, wodurch sich offene
virtuelle, tatsächliche oder gedankliche Räume eröffnen. Ihre Motive sollen „beweglich
bleiben und nicht stagnieren“, sagt sie im Gespräch und ergänzt, dass sie ihre
Bilder von allen vier Seiten her malt. So ergeben sich verschachtelte
Wirkungsfelder, zerklüftete Sektoren, sich überschneidende Perspektiven
moderner Stadtlandschaften oder komplexerer Biotope, die facettenreiche
Assoziationsfelder bieten. Es handelt sich gleichsam um interaktive Bilder, die
unterschiedliche Blickwinkel offerieren und einen Aufforderungscharakter haben, gedanklich oder emotional weiterentwickelt zu werden.
Überlegungen zur Darstellung des
Raumes als Vertiefungsebenen sind ebenso wesentlicher Bestandteil der
Bildkompositionen. Ihre Arbeit mit Pinsel, Spraylack und eigens
gefertigten Schablonen lässt den Farbauftrag mal aquarellartig durchscheinend
und mal undurchdringlich dicht erscheinen. Die Künstlerin bietet keine klassische zentralperspektivische Lösung an, um die Bildräume zu erschließen. Die
Betrachter werden quasi angehalten ihren Standpunkt visuell aktiv immer wieder neu
zu definieren. Matrixartigen Gitterstrukturen, die mal an solide, mal an
einstürzende Hochhäuser denken lassen, stehen orangene, blaue oder punktuell in
einem hellen Grün leuchtende Energiezentren gegenüber. Offen zugängliche
Interieurs finden sich Seite an Seite mit schwebenden bunkerähnlichen
Behausungen, fliegenden Kampfjets und orientierungslosen bewaffneten Figuren,
die an auratisch umfangene Comicfiguren erinnern. Eine kaum zu überblickende
Flut von Szenen innerhalb eines Gemäldes lässt permanent neue Zusammenhänge
entstehen, die einzelnen Bildelemente treten immer wieder auf unterschiedliche
Weise zueinander in Beziehung. Man verknüpft individuell, eine übergeordnete
Leserichtung der Motive ist nicht gegeben, so dass jeder und jede am Prozess
des Findens von Geschichten teilhaben, individuell ins Bild einsteigen und
gemachte Entdeckungen weiterspinnen kann.
Die oft
nebulöse und desperate Stimmung der Arbeiten ist aber nicht nur ein fiktionaler
utopischer Blick in die Zukunft, sondern auch ein Spiegel unserer Zeit. Die
Bilder sind immer auch als Reaktionen auf die Bedrohung des Lebens durch
Gewalt, Terror, Umweltzerstörung und Krieg zu verstehen. Realität des Alltags
vermittelt sich in der Künstlichkeit der Leinwände, Wirklichkeit wird in den
Werken dynamisiert und stellt sich in rastloser Bewegung und ständigem Wandel ambivalent
dar. Jedes Detail der Bilder scheint energetisch aufgeladen. Je nach
Blickwinkel verändern Objekte und Strukturen ihre Erscheinungsform und
Inhaltlichkeit. Konkrete Architekturen wechseln zu vegetabilen Orten,
palmenumsäumten Häusern oder immergrünen Gärten. Privates wird öffentlich,
phosphoreszierende Nebel schaffen Trugbilder und liefern Licht, geben aber
gleichzeitig unkalkulierbare Strahlungsenergie ab, Menschen mutieren zu androiden
Wesen. Neue gesellschaftliche Konstellationen entwickeln sich, urbanes Leben
wird zu einem Organismus, der kaum noch zu kontrollieren ist.
In einer Zeit weltweiter Migration kann die Bodenarbeit
mit dem Titel BRIDGES, die zusammen
mit den Gemälden eine in sich geschlossene Rauminstallation bildet, kaum
aktueller sein: Sie stellt eine fiktive Brücke zwischen Westen und Osten dar,
die als positives Element Hoffnung und Vertrauen in die Zukunft vermittelt. Die
aus spiegelnden Stahlmagnetplatten aufgebaute Plastik besteht aus mehreren
flexiblen Modulen, in die mittels Laserstrahltechnik partiell geometrische
Muster geschnitten wurden, welche an Grundrisse oder das Straßenrastersystem
großer Metropolen erinnern. Der pyramidenförmige Teil der Bodenarbeit ist wie
vieles andere der Installation in seinem Sinngehalt zerrissen. Einerseits lässt
er an futuristische Wohnblocks oder an eine ganze Stadt denken, die ein
beklemmendes Panorama einer durch soziale Kälte, gesellschaftliche Entfremdung
und Anonymität bestimmten Welt bieten. Andererseits nimmt das pyramidale
Konstrukt Licht und Farbe auf und reflektiert seine Umgebung als eine Art
positives Zukunftsbild. Leuchtende Motive und phosphoreszierende Farben in den
Gemälden – rosa, pink, orange, blau, violett, gelb und grün – entwickeln in der
Spiegelung unvermittelt ein sich ständig veränderndes Eigenleben. Wie in einem
Kräfteaustausch scheint die Energie als ästhetische Botschaft der Hoffnung von
unten nach oben und umgekehrt zu pulsieren und zu fließen. Die einzelnen Stufen
der Pyramide spiegeln sich zudem in sich selbst und konstituieren sich mit zum
Teil verzerrten Projektionen der Gemälde als Bild auf geheimnisvolle Art und
Weise immer neu. Ein zutiefst romantisches Gedankenspiel: Die Spiegelung des
Universellen im Irdischen – oder anders: Ein schöpferischer, sich gegenseitig
befruchtender Dialog, das Reflektieren auf die menschliche Existenz.
Hartwig
Knack
Kunsthistoriker und
Kulturwissenschaftler, Kurator
Februar 2019